ΠΡΟΣΦΑΤΑ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΒΛΙΟ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΒΛΙΟ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017


     Τρέφω μια απέχθεια για τους ομοφυλόφιλους που συμπεριφέρονται σαν γυναίκες. Αυτή η αποστροφή δεν είναι καν αναμεμειγμένη με μια δόση οίκτου ή μια στάλα διασκέδασης˙ είναι ένα σαφές συναίσθημα του τώρα-πρέπει-να-ξεράσω. Το παραδέχομαι, υπάρχουν χειρότερα πράγματα, όπως γυναίκες που συμπεριφέρονται σαν άντρες. Αλλά ακόμη και η προηγούμενη κακή χρήση του σώματος έχει καλές πιθανότητες γι' αυτό. Βασίζεται σε μια παρεξήγηση. Είναι μια προδοσία στην οσμή της φωλιάς σου – αν μπορώ να το θέσω έτσι.

     Ένας ομοφυλόφιλος άνδρας που κουνώντας τους γοφούς και ανοιγοκλείνει τις ψεύτικες βλεφαρίδες του εμφανίζεται στην είσοδο ενός μπαρ για να δώσει εκεί, με την ελπίδα να τραβήξει την προσοχή, στην καλύτερη περίπτωση τη μίμηση μιας ξελογιάστρας, με κιτρινωπό το άσπρο του ματιού αλληθωρίζοντας εκστατικά σε φανταστικούς παραδείσους, είναι η στιγμή κατά την οποία ο χειμώνας της σκυθρωπότητάς μου πλακώνει εκκωφαντικά. Όποτε βλέπω έναν ομοφυλόφιλο με ανασηκωμένο ένα κρεμασμένο χέρι που κυματίζει να διασχίζει το δρόμο, συνειδητοποιώ ότι πράγματι έχω μέσα μου την προαιώνια κραυγή, το με τυμπανοκρουσίες πάθος για δολοφονία. Αδελφές με την κοινότυπη χροιά, αφήνοντας ανόητους αναστεναγμούς με ένα αέρα λες και αφήνουν την καυτή ανάσα του αγγέλου του ολέθρου, το μίσος ορμά αναστατωμένο με πίεση προς τα πάνω από τα παπούτσια μου στο φλεβικό μου σύστημα. Ένα αβγό μελάτο που βελούδινα εξαρθρώνει τον λαιμό του, σαν μια μαριονέτα ντυμένη με κουρέλια, με κάνει να γίνομαι μια χύτρα ταχύτητος από την οργή μου. Αγαπώ τον κίναιδο που με πλησιάζει σαν άντρας.

     Είναι ακατανόητο για εμένα ότι κάποιος που λέει ότι αγαπάει άντρες σπαταλά έτσι επιπόλαια τη δική του ανδροπρέπεια. Μπορεί να ευχαριστεί πεσμένος στα γυμνά του γόνατα το Θεό που δεν ήρθε στον κόσμο ως γυναίκα και όμως προσπαθεί να συμπεριφερθεί σαν μια αλλόκοτη υπερβολή της. Όποιος αγαπά τους άνδρες οφείλει, αν είναι κάτι παραπάνω από ένα όργανο αναπαραγωγής, να αισθάνεται επίσης ότι προσελκύεται από το βασίλειο των ανδρών. Είναι οικείος με την οσμή και τον ιδρώτα τους. Νιώθει άνετα με τον τρόπο ομιλίας τους. Κατανοεί τους τρόπους συμπεριφοράς τους. Τρέφει μια αδυναμία για τις ελλείψεις και τις ανικανότητες τους.
     Το μεγαλύτερο προνόμιο είναι ότι κατέχει ο ίδιος όλες αυτές τις ιδιότητες. Κάθεται εκεί σαν να είναι απ' έξω. Αντί γι' αυτό θα γελάσει νευρικά, θα συζητήσει και θα καυγαδίσει για ασήμαντα πράγματα, θα κοιτά επικριτικά και θα πουδράρεται με την ελπίδα ότι με αυτήν την επίδειξη καλλωπισμού θα ελκύσει κάποιον άνδρα.

     Ολόκληρη η λατρεία του σκληρού άντρα δεν είναι παρά μια παραλλαγή του. Βλέπεις συχνά μέσα από τα δερμάτινα παντελόνια τις καλτσοδέτες. Αδικημένος θρήνος γουργουρίζει ανάμεσα στο μουστάκι και το μούσι. Χειραφετημένη σοφία από κουτιά συσκευασίας τροφίμων και λεσβιακός φανατισμός συρίζει προς τα πάνω από το δασύ στήθος. Το σκληρό αγόρι κλαίει στον πλατύ ώμο του σκληρού αγοριού. Υπάρχουν ρόπαλα, αλυσίδες, πόρπες και ρούχα από αλογότριχες αλλά το παντελόνι δεν έχει βγει καλά-καλά και, να, που με μια κραυγή τα πόδια σηκώνονται προς τα πάνω.

     Ο κόσμος είναι χρωματιστός σαν το κουστούμι του γελωτοποιού, το γνωρίζω – και θα βρίσκονται πράγματι εκεί σίγουρα γυναίκες οι οποίες τυχαία έχουν βρεθεί σε σώμα ανδρός επειδή κατά τη διάρκεια της κύησης ο θεός των ορμονών πήρε έναν υπνάκο, και έχεις επίσης όντα, κάπου μεταξύ άντρα και γυναίκας, που με την εύθραυστη, ημιδιάφανη μορφή τους ξέρουν να μου απελευθερώσουν την οπτική μου ανάγκη για τον χωρίς άλλο γοητευτικό συνδυασμό ομορφιάς και ασθενικότητας, αλλά ένας τυπάκος που εθελοντικά κατέρχεται ένα σκαλοπάτι της δημιουργίας, όχι.


Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017



     Δεν υπάρχει άλλη ιδιοσυγκρασία τόσο ξεζουμισμένη από τη λογοτεχνία και την ιστορία της τέχνης όσο η μελαγχολία. Συχνά γεμίζει, τα διαδοχικά ρεύματα της κουλτούρας, με νέο αέρα για να χρησιμοποιηθεί για πολλοστή φορά ως σφουγγάρι. Ηπατική πάθηση, Weltschmerz* , κατάθλιψη. Spleen** ,  νοσταλγία, ρομαντισμός. Empfindsamkeit*** . Νεύρωση.
   Είχε να κάνει με το φεγγάρι. Με τον διπλασιασμό του ναρκισσιστή και την αυτο-απαλλοτρίωση του υπνοβάτη. Ήταν ο πελεκάνος που τσιμπούσε το στήθος του και το στρείδι που έκρυβε μέσα του το μαργαριτάρι. Ήταν το καταστροφικό αβγό πάνω στο οποίο μάταια και αιωνίως κλωσούσαν, ήταν η άγνωστη ακόμα κλίμακα μέτρησης.
     Μερικές φορές την θεωρείς ως την απαραίτητη προϋπόθεση της τέχνης, άλλοτε πάλι επιδέχεται κριτική από τους σατυρικούς και τους κυνικούς επειδή βρίσκεται σε αντιπαράθεση με την δημιουργική δύναμη. Μερικές φορές μοιάζει να έρχεται από μέσα προς τα έξω, σαν κάτι έμφυτο – σε μια άλλη περίοδο πολιτισμού σχημάτιζε πάλι ένα φαινομενικά από τον έξω κόσμο κάλεσμα αντίδρασης. Ήταν το κέντρο μιας λατρείας, και ο κατ' εξοχήν εχθρός. Η μούσα και ο δολοφόνος. Η πηγή της απόλαυσης, και αυτό που αντιθέτως παρέλυε τα πάντα.
     Η μελαγχολία παραμένει ο σταθερός σύντροφος της διάνοιας. Ήταν η ιδιοσυγκρασία αυτών που σκεφτόντουσαν, πάνω και έξω από τον απλό λαό. Η μελαγχολία ήταν όλα όσα ήταν ασυνήθιστα. Όσο μεγαλύτερη η ευφυΐα, τόσο μεγαλύτερη η διορατικότητα και η κατήφεια αυτής της διορατικότητας. Ο κόσμος δεν απαντούσε στις προσδοκίες και από εκεί απέρρεε η ειρωνική στάση. Ποτέ δεν υπήρξε μελαγχολία χωρίς ειρωνεία. Η μελαγχολία ήταν το παράλογο που παρήγαγε η λογική.
     Όπως η ειρωνεία είναι το παιδί της μελαγχολίας, έτσι είναι η ειρωνεία η μητέρα του πειράματος.
    Αυτό σήμαινε, αυτόν τον αιώνα, ότι η τέχνη χαλάρωσε τη σχέση της με το διήγημα. Δεν ταυτιζόταν πια με τον φυσικό μας χώρο και τη χρονολογία μας. Καμβάδες και κείμενα άρχισαν ολοένα και περισσότερο να μιλάνε για τον εαυτό τους. Προέκυψαν κείμενα πάνω στο κείμενο ή ζωγραφιές γεμάτες εσωτερικά πλαίσια (“αναφορές”). Η προέλευση του μοντερνισμού.
     Ένα προς ένα αποτελέσματα από τη φωτεινή και τη σκοτεινή πλευρά της μελαγχολίας στην τελική της μεταμόρφωση. Αδιέξοδα όλα τους. Η ειρωνεία οδηγεί σε συλλογικές νευρώσεις και αιματοχυσίες., ο μοντερνισμός σε ενδοσκόπηση και στείρωση. Η μελαγχολία χάνει τη δύναμή της. Αν μιλάμε ακόμη για μελαγχολία τότε εννοούμε ένα τεχνητό χειροκρότημα με συναισθηματισμό και κροκοδείλια δάκρυα.
     Μια καινούργια αναγέννηση δεν προβλέπεται, τώρα που τόσο η ειρωνεία όσο και ο μοντερνισμός έχουν παραταθεί ως τις έσχατες επιπτώσεις τους. Και αυτό όχι μόνο μέσω της λογοτεχνίας και της ιστορίας της τέχνης. Έχουν υπάρξει τόσα πολλά κύματα μελαγχολίας, και τόσα πολλά κύματα που πήγαν ενάντια σ' αυτά, που η μελαγχολία έγινε ένα μουσειακό έκθεμα, ένα αξιοθέατο περασμένων εποχών. Κανένας μας δεν μπορεί πια να εργαστεί μ' αυτήν, όπως δεν χτίζουμε πια πυραμίδες, δεν αναλαμβάνουμε πια σταυροφορίες, δεν ταξιδεύουμε πια με ατμόπλοια στις Ινδίες ή δεν δίνουμε πια τις μάχες μας στα χαρακώματα.
________________________________________
  *[ΣτΜ] (γερ.) Κυριολεκτικά ο πόνος του κόσμου. Όρος που σημαίνει τον ψυχολογικό πόνο της λύπης που προέρχεται από την συνειδητοποίηση των αδυναμιών κάποιου λόγω της ακαταλληλότητας ή της σκληρότητας του κόσμου (φυσικών και κοινωνικών συνθηκών).
  **[ΣτΜ] (γαλ.) μελαγχολία (βλ. Μπωντλαίρ).
  ***[ΣτΜ] (γερ.) λογοτεχνικό είδος: συναισθηματισμός.


Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.


Παρασκευή 19 Μαΐου 2017




     Όποιος επιδιώκει την εξουσία θέλει να τον βρίσκουν συμπαθητικό. Θέλει να μιλά ο λαός γι' αυτόν γεμάτος εκτίμηση και να τον κοιτά με θαυμασμό. Λαχταρά χτυπήματα στην πλάτη και ζητωκραυγές όταν θα βγαίνει από τη λιμουζίνα του. Έχει τις καλύτερες προθέσεις για τους ανθρώπους.
     Σε αντίθεση με την κοινή γνώμη, που θέλει όλους τους ισχυρούς και τους πεινασμένους για εξουσία να είναι κακοί τύποι, με κυνικό πνεύμα και μια καταστροφική διάθεση, εγώ τους θεωρώ εξ ορισμού εξαιρετικά πλάσματα. Είναι ακριβώς η καλοσύνη τους που τους έχει κάνει τόσο κακούς και καταστρεπτικούς.
     Διότι να πως έχουν τα πράγματα: ας υποθέσουμε ότι είσαι δήμαρχος σ' ένα χωριό όπου κάθε μέρα δεκάδες βυτιοφόρα με βενζίνη και δηλητηριώδεις ουσίες διασχίζουν την κεντρική οδό μουγκρίζοντας. Αργά η γρήγορα θα πρέπει να συμβεί ένα ατύχημα, με όλες τις καταστροφικές του συνέπειες. Κατανοείς, κάτω από το πρίσμα της υπευθυνότητας σου και της ανεξέλεγκτης αγάπης σου για τον πληθυσμό, ότι πρέπει να παρθούν μέτρα: μια παράκαμψη, μια απαγόρευση κυκλοφορίας, ένας καινούργιος περιφερειακός, και ό,τι άλλο – με την προϋπόθεση ότι πρέπει να τραβηχτεί μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην επικίνδυνη μεταφορά και την αστική περιοχή. Τάσσεσαι νέτα σκέτα με όλους τους διαμαρτυρόμενους χωριάτες και προειδοποιείς την ανώτερη κυβέρνηση για οικονομικές επιδοτήσεις και βιασύνη. Παίρνεις τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Είσαι σε τοπικό επίπεδο το αντηχείο της προόδου. Εκπροσωπείς, συνοψίζοντας τα πιο σημαντικά για το χωριό σου, την εγγύηση για ειρήνη και ασφάλεια.
     Η λάμψη του ρόλου σου αρχίζει να ξεθωριάζει μόλις ο περιφερειακός – ή ο παρακαμπτήριος, ή η απαγόρευση της κυκλοφορίας – πραγματοποιηθεί. Οι άνθρωποι είναι τρομεροί ξεχασιάρηδες. Οι χωριανοί σου, τα αχάριστα σκυλιά, θα αρχίσουν ακόμα και να νομίζουν ότι είχαν δικαίωμα να μην πεταχτεί κανένα εκρηκτικό βαρέλι στις προσόψεις των σπιτιών τους. Δεν το βλέπουν πια ως ένα δικό σου δώρο, του δημάρχου.
     Δεν πρόκειται ποτέ ξανά να συμβεί κανένα ατύχημα. Επομένως δεν θα έχουν επίσης ποτέ την ευκαιρία να σου είναι ευγνώμονες. Ποτέ ξανά, - μέσω μιας μεγαλειώδους έκρηξης με πολλούς νεκρούς και μιας ποσότητας τραυματιών που κόβει ακόμη περισσότερο την ανάσα – δεν θα μπορούσαν να είναι σε θέση να παρέχουν αποδείξεις της γενναιοδωρίας σου.
     Όποιος θέλει να κάνει το καλό στην πολιτική (και πως αλλιώς θα μπορούσες να φτάσεις εκεί τόσο ψηλά) έχει όφελος από την καταστροφή. Ένας τέτοιος δεν θέλει να αποκλείσει μια καταστροφή εκ των προτέρων. Θα σηκώσει, όσο αναφορά αυτήν, τα μανίκια του αντιθέτως για να δημιουργηθούν οι συνθήκες αυτές. Έτσι που και που εξυπηρετεί να θυσιάζει κάποιον, ούτως ώστε  να μπορούν οι άλλοι να ξαναπούν: «Κοίτα, αυτός είναι ο άνθρωπος που έσωσε τις ζωές μας».
     Υπόθεσε, ότι ζεις σε μια χώρα που ο δήμαρχος εκλέγεται. Στον πιο μικρούτσικο δήμο. Αυτός ο δήμος δεν έχει δικό του νεκροταφείο. Υπόσχεσαι στον πληθυσμό ότι θα έχει την μεγαλύτερη περηφάνια για την κατοχή του – μόλις θα έχεις την εξουσία να το θέσεις επί τάπητος. Το βομβαρδίζεις ως το κυριότερο σημείο του προγράμματός σου. Αλλά κατά τη διάρκεια της προεκλογικής σου εκστρατείας δεν θέλει κανένας από τους χωριανούς να πεθάνει. Εδώ και εκεί ακούς ακόμη και να μουρμουράνε: “Γιατί στο καλό να χρειαζόμαστε ένα νεκροταφείο;”
     Στον περίγυρό σου δεν υπάρχει ούτε ένας που να έχει κάποια ανησυχητική ασθένεια. Η κριτική στο ουμανιστικό προεκλογικό σου σλόγκαν αυξάνει. Καμιά έξαρση γρίπης δεν παρατηρείται. Καμιά φουσκάλα για να σου αναπτερώσει τις ελπίδες. Δεν θα ερχόσουν τότε πραγματικά στον πειρασμό, αν η εξουσία σού είναι αγαπητή, εδώ και εκεί να χαλαρώσεις ένα πλακάκι από το πεζοδρόμιο, να λερώσεις ένα σηματοδότη, ή να οργανώσεις έναν αγώνα μετ' εμποδίων για ηλικιωμένους; Έτσι ώστε εγκαίρως να έχεις ένα θύμα, μετά το οποίο όλοι θα συνειδητοποιήσουν την ύψιστη ανάγκη του νεκροταφείου σου και σε ανακηρύξουν ως τον άνθρωπο που ξέρει τι επιθυμεί ο λαός;
     Δείξε συμπόνοια στους ισχυρούς και στους παθιασμένους για την εξουσία. Τους κοστίζει τόσο πολύ κόπο να πείσουν για την καλοσύνη τους ένα διαρκώς έτοιμο για υποψίες κοινό. Έφερα δύο παραδείγματα σε τοπικό επίπεδο. Αναφερόμουν στη φροντίδα των άχρηστων ηγεμονίσκων. Και σε διεθνές επίπεδο επίσης...


Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Τρίτη 9 Μαΐου 2017



     Πρέπει να είσαι τεμπέλης για να χαρείς την ζωή ολοκληρωτικά. Όχι – αυτό ακούγεται, όσες αντιφάσεις και αν μπορέσουμε να ανακαλύψουμε στα αισθήματα μας και στα κίνητρά μας, πάρα πολύ παράδοξο. Αυτή η διατύπωση προϋποθέτει μια δράση. Υπάρχει μία προστακτική στην πρόταση. Είναι μια τεμπέλικη διατύπωση.
     Όποιος είναι τεμπέλης χαίρεται τη ζωή. Αυτό ήδη ακούγεται καλύτερα. Η τεμπελιά δεν σε εξαναγκάζει, την έχουμε μέσα μας. Οι απολαύσεις δεν σε παραβιάζουν, μας συντροφεύουν από φυσικού, όπως οι μύγες την αγελάδα. Όποιος δεν είναι τεμπέλης δεν θα γίνει και ποτέ. Κρίμα, αλλά δεν χρειάζεται να απελπιστεί άμεσα. Υπάρχουν τόσα άλλα πράγματα – γενναιότητα, εργατικότητα και φήμη – στα οποία μπορεί κάποιος να βολέψει την εντύπωση της απόλαυσης.
     “Άλλοι άνθρωποι απλώς ζούνε, εγώ φυτοζωώ”, διαβάζουμε στον Cyril Conolly* . Εκεί εμπερικλείεται και ο οίκτος με τον καημένο ανήσυχο, που είναι σκλάβος της δραστηριότητάς του. Όλη η αθλιότητα στον κόσμο προέρχεται από το γεγονός ότι κάποιος δεν μπορεί απλά να κάτσει με τα χέρια του σταυρωμένα. Άλλη μία ρήση, αλλά είμαι πολύ τεμπέλης για να πω ποιανού είναι.
     Οι άνθρωποι πρέπει να ζούνε τόσο επιτακτικώς αναγκαία, και στο κυνήγι τους να κάνουν τους εαυτούς τους απαραίτητους ανακαλύπτουν ολόκληρη τη ζωή συνεχώς σε λάθος μέρος. Πρέπει να βρωμάνε, να μαχαιρώνουν, να εκδικούνται, να υφαρπάζουν, πρέπει να προσπερνάνε τον συνάνθρωπό τους, να ασθμαίνουν, να κυνηγούν, να είναι χρήσιμοι ή ενοχλητικοί, να πλάθουν άχρηστα προϊόντα και η πιεστική εικόνα από αιδοία και πυροβολαρχίες να μην βγαίνει ούτε για μια στιγμή απ' το μυαλό τους – αλλά ξεχνάνε ότι , αν ο Θεός υπάρχει, δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτα περισσότερο από την συνεσταλμένη ανεμώνη η οποία, χωρίς να αναρωτιέται τίποτα, κλείνει ελαφρά την κεφαλή της στο μέρος του ήλιου για να γυρίσει μαζί του και μια ήρεμη νύχτα με φεγγάρι πεθαίνει.
     Η τεμπελιά δεν προσελκύει την προσοχή και δεν γνωρίζει τον εαυτό της. Ο άνθρωπος θα έπρεπε να ζει λίγο λιγότερο. Μέρες λήθης και ακινησίας σίγουρα δεν βοηθάνε το κόσμο να προοδεύσει αλλά, ω, τι όμορφο πράγμα που είναι η απραξία. Να μην έχεις όρεξη για τίποτα, να μην επιθυμείς τίποτα, να μην θέλεις να προσπαθείς – χωρίς αισθήματα ενοχής, χωρίς μεταμέλεια – δεν περνά ούτε ένα δευτερόλεπτο που να μην το λαχταρώ.
     Η επιθυμία μου για τεμπελιά είναι ήδη μια επιθυμία παραπάνω. Το κατανοώ. Συνεχίζει να αρρωσταίνει με την τεμπελιά. Μόνο σπάνια την απολαμβάνω στην ανώτατη μορφή της, που είναι μια μορφή χωρίς απόλαυση. Συνήθως μοιάζει λίγο με το να βολοδέρνεις άσκοπα, να περιπλανάσαι, να αναβάλεις τις δουλειές σου, να καθίζεις τον πισινό σου και να μην σκέφτεσαι τίποτα. Ο άνθρωπος είναι ένα ημιτελές πράγμα.
     Εκεί που θα έπρεπε να ξεκαρδίζεται από ευτυχία δεν μπορεί να πάει παραπέρα από τη λίγη ευθυμία, εκεί που θα έπρεπε να κλαίει με μαύρο δάκρυ μιξοκλαίγεται για μια στιγμή. Η τεμπελιά μου δεν είναι τίποτα περισσότερο από νωθρότητα. Αλλά τουλάχιστον γνωρίζω για τον εαυτό μου ότι προσπαθώ να φτάσω μια ανώτερη τεμπελιά – όχι, όχι, δεν προσπαθώ: ότι χωρίς να το ξέρω την λατρεύω σταθερά.
     Εντωμεταξύ πρέπει να δω πως θα ξεφύγω από την νωθρότητά μου. Δεν είμαι δυστυχισμένος μαζί της. Δεν νιώθω ένοχος αν παραμελήσω τα καθήκοντά μου. Δεν ντρέπομαι αν μείνω μια μέρα στο κρεβάτι ξαπλωμένος. Δεν γίνομαι ανήσυχος αν αναβάλω τη δουλειά μου ως την τελευταία στιγμή. Αυτό είναι ήδη ουκ ολίγο.
     Διότι ακριβώς αυτή η ενοχή, η ντροπή, η ανησυχία είναι που το κάνουν τόσο δύσκολο για πολλούς να μην κάνουν τίποτα. Η αλογόμυγα της φιλοδοξίας έχει φροντίσει για μεγάλα μυθιστορήματα, μεγάλες ανακαλύψεις, μεγάλους πολέμους. Αλλά το μεγαλύτερο μυθιστόρημα είναι αυτό που δεν έχει ακόμα αρχίσει, η πιο μεγάλη ανακάλυψη η αιώρα και ο πιο μεγάλος πόλεμος, ο πόλεμος που πρέπει να κάνουμε ενάντια στην ανίερη παρόρμηση να αφήσουμε το στρώμα μας και να ασχοληθούμε με κάποιον άλλο.

_____________________________
* Άγγλος συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας (1903-1974). Το πιο γνωστό του έργο είναι το “Εχθροί της Υπόσχεσης”, 1935.


Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Δευτέρα 24 Απριλίου 2017




     Ένα καλό τεστ για την αληθινή αγάπη, λέει ο Barbellion*  ή κάποιος άλλος πάνω σ' αυτό, είναι αν μπορείς ν' αντέξεις στη σκέψη να κόβεις τα νύχια των ποδιών του αγαπημένου σου. Αυτή είναι πράγματι μια αξιομνημόνευτη εικόνα. Όχι μόνο είναι τα νύχια των ποδιών συμβολικά για όλα όσα μια σεμνότυφη περίοδος θα περιέγραφε ως απόβλητα που θα έπρεπε να υποφέρεις χωρίς σιχασιά – ιδρώτας, περιττώματα – αλλά βλέπεις εκεί μέσα και το γονάτισμα, την περιποιητική στάση στα πόδια του αγαπημένου σου. Πραγματικά δεν είσαι τίποτα παραπάνω από τον νυχοκόπτη ενός θεϊκού ποδιού.
     Το να κόβεις τα νύχια των ποδιών κάποιου είναι σαν να επιτίθεσαι σε κάποιον μ' ένα όπλο, όσο μικροσκοπικό κι αν είναι αυτό. Αν η σεξουαλικότητα είναι πόλεμος, η αγάπη είναι οπλισμένη ειρήνη. Για κάτι παραπάνω από οπλισμένη ειρήνη ο άνθρωπος δεν είναι ικανός.
     Παραμένει ο εαυτός του και την ίδια στιγμή τον ξεπερνά. Παραμένει ο εαυτός του γιατί, αν και έχει κλείσει ένα σύμφωνο ειρήνης, δεν μπορεί να απαρνηθεί την πολεμοχαρή, αιμοδιψή του φύση, ξεπερνά τον εαυτό του γιατί ορκίζεται ότι έχει κλείσει αυτή την συμφωνία για πάντα. Άρρηκτα συνδεδεμένη είναι η αγάπη με μεγαλόστομες λέξεις όπως αφοσίωση, ειρήνη, αιωνιότητα – κι όμως δεν υπάρχουν σε κανένα άλλο πεδίο σε τέτοια αφθονία τα υποκοριστικά: Αγαπούλα. Φιλάκι. Τρυπούλα. Νυχάκι ποδιού.
     Αφήνει επίσης η αγάπη, για κάτι που θεωρείται τόσο επουράνιο, με ευχαρίστηση να περιγράφεται με γήινους όρους. Μπορούμε να πιούμε τις λέξεις από τα γλυκά σα μέλι χείλια της αγαπημένης, μπορούμε να λατρέψουμε τις καμπύλες κάποιου, μπορούμε παραδεισένια να βυθιστούμε σε μια θεϊκή αγκάλη, να τρυγήσουμε τ' αστέρια του ουρανού, να μετρήσουμε τις χρυσές αποχρώσεις της ίριδας, μα και απλά να κόψουμε τα νύχια των ποδιών κάποιου. Η πιο ταπεινή χειρονομία δε ταπεινώνει, όχι, πρωτύτερα ανυψώνει την αίγλη της αγάπης μας. Διότι – παράδοξο νούμερο τόσο – μένουμε έγκυοι απ' την αγάπη μόνο μόλις χάσουμε ολότελα τον εαυτό μας. Αυτό που αγαπάμε – αυτός ο άλλος – μας έχει υπό την κατοχή του. Κοιτάμε με τα μάτια του άλλου, αισθανόμαστε με τα χέρια του άλλου, ζούμε στο σώμα του άλλου. Κόβουμε τα νύχια των δικών μας ποδιών.
     Εκεί κυβερνά μια εκκωφαντική ειρήνη. Βρισκόμαστε ανυπεράσπιστοι μπρος στη δικιά μας ομοβροντία. Και ενώ έχουμε χάσει τον εαυτό μας – θα τελειώσουν άραγε ποτέ αυτές οι αντιφάσεις;  - έχουμε ταυτόχρονα την πληρέστερη κατοχή όλων των ικανοτήτων μας. Οι στίχοι κυλάνε τελειότεροι από την πένα μας, οι κινήσεις του σώματος μας είναι λιγότερο απότομες και έχουν περισσότερη χάρη, κάνουμε πάντοτε τα σωστά πράγματα, κανένας καμπουριασμένος νάνος δεν διασχίζει πια το δρόμο μας, καμιά παραφωνία δε φτάνει στα αυτιά μας, η αίσθησή μας για το χιούμορ και για τους παραλογισμούς της ύπαρξης έχει αγγίξει τον υψηλότερο βαθμό εκλέπτυνσης και όλα αυτά που με καλοσύνη μπορούμε να κατέχουμε ακτινοβολούν από το μέτωπό μας, ακόμα και η καλοσύνη που δεν κατέχουμε.
     Θα μπορούσαμε, αν επιτρεπόταν να μας κατηγορήσουν, να είμαστε ανυπόφοροι: μακάριοι ηλίθιοι. Αλλά δεν επιτρέπεται να μας κατηγορήσουν: είμαστε ένας άλλος. Εκτελούμε ευτυχισμένοι θελήματα. Είμαστε ερωτευμένοι.
     Πόσο διαρκεί αυτή η κατάσταση; Για πολλούς ίσως όχι περισσότερο απ' όσο κάνει ένα νύχι ποδιού να μεγαλώσει ξανά. Για μένα είναι η κατάσταση μέσα στην οποία βρίσκομαι σχεδόν αδιάκοπα. Είμαι ερωτευμένος με την ίδια την αγάπη. Με κάνει το πρωί, με το ξύπνημα, να μην ξεκινώ την ημέρα μου γεμάτος αηδία, με κάνει κατά τη διάρκεια της ημέρας να γνέφω εγκωμιαστικά χωρίς ίχνος ματαιοδοξίας, με κάνει το βράδυ να πέφτω για ύπνο χωρίς άγχος και πόνο.
     Αλίμονο αν μια μέρα μ' εγκαταλείψει η αγάπη. Θα είμαι τότε ένας μοναχικός αστεροειδής, ένα ψαλιδάκι νυχιών που αιωρείται ανάμεσα σε κόσμους, ψάχνοντας αμήχανα για το αγαπημένο του δάχτυλο.
____________________________ 
 * [ΣτΜ] Wilhem Nero Pilatus Barbellion ψευδώνυμο του Bruce Frederick Cummings (1889 – 1919) Άγγλος συγγραφέας. Το έργο του “Ημερολόγιο ενός Απογοητευμένου Ανθρώπου” θεωρείται ένα από τα πιο συγκινητικά ημερολόγια που έχουν ποτέ γραφτεί.


Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Δευτέρα 10 Απριλίου 2017




     Δίνω ελάχιστη πίστη στους ήρωες. Σίγουρα θα υπάρχουν αλλά είναι δύσκολο ν' αναγνωρίσεις αν δεν έχουν γίνει τέτοιοι από τις συνθήκες που επικρατούσαν ή από καθαρή τύχη. Υπάρχουν τόσα πολλά παραδείγματα από ήρωες που κάτω από ένα άλλο καθεστώς, σε μια άλλη εποχή, σ' ένα άλλο μέρος θα περνούσαν για εγκληματίες˙ υπάρχουν επίσης τόσα πολλά παραδείγματα από ήρωες που με πολύ έκπληξη και τρόμο παρατήρησαν ότι είχαν γίνει ήρωες – ξεκάθαρα, γιατί δεν είχαν την ευκαιρία ή την ανάπαυλα να σκεφτούν για ποιο λόγο έκαναν αυτό που έκαναν – και οι οποίοι εκ των υστέρων, αφού τους εξαπάτησαν άλλοι, κατέληξαν στην άποψη για τον δικό τους ηρωισμό. Συνήθως πάρα πολύ ενθουσιώδη. Όχι, ο ηρωισμός έρχεται χωρίς κόπο, μα την δειλία την έχεις.
     Και τα πιο άβουλα κορόιδα μπορούν να γίνουν ήρωες. Μια αβέβαιη απόφαση, ins Blaue hinein*,  μια τυχαία εκτελεσμένη, ασήμαντη πράξη, μπορούν έξω απ' αυτόν που τις αποφασίζει ή τις εκτελεί να έχουν τέτοιες συνέπειες που όλοι αργότερα, αν προκύπτει από μόνο του, σίγουρα πρέπει να προκύπτει, ότι ήταν πάρα πολύ καλά προπαρασκευασμένες αποφάσεις και προσεκτικά προμελετημένες ενέργειες.
     Οι ήρωες εμφανίζονται τόσο εύκολα επειδή είναι δύσκολο να δεχτείς τον παραλογισμό. Οι κρίκοι μ' αυτόν τον τρόπο γίνονται μεντεσέδες. Μια άχρηστη χιονόμπαλα από νιφάδες μοιάζει μετά από λίγο καιρό με σφαίρα. Ιστορικά γίνεται κάθε τυχαίο χτύπημα, μια καλά υπολογισμένη σκόπευση. Είναι η ράφτρα ιστορία η οποία κρεμά στα κουρέλια το καρτελάκι της τιμής.
     Όποιος σαν λυσσασμένος σκύλος τουφεκίζει ανθρώπους στην αντίσταση είναι ήρωας. Όποιος ως στρατιώτης μιας δύναμης κατοχής πάνω στο άγχος του τραβήξει την σκανδάλη είναι εγκληματίας. Ο νικητής παρασημοφορείται, ο ηττημένος λοιδορείται, κι ας πολέμησαν και οι δύο στο ίδιο πεδίο μάχης. Ο ήρωας είναι κάτι που μοιάζει με χαμαιλέοντα. Αν κάποιος έχει τη φήμη ήρωα, είναι δυνατόν ποτέ ο ίδιος να το αρνηθεί; Αλλάζει αμέσως στο χρώμα που του ταιριάζει.
     Ο ήρωας είναι σπάνιος, μόνο δειλούς έχει παντού. Εγώ αγαπώ περισσότερο τους δειλούς.
     Ένας δειλός δεν είναι δειλός από τύχη, αλλά στο βάθος της ύπαρξης του. Δεν είναι χαμαιλέοντας, αλλά θα είναι το ίδιο δειλός και στις δυο πλευρές του πεδίου μάχης. Δεν καταπιέζει κανένα και δεν αντιστέκεται. Είναι ντροπαλός, διότι αυτό που είναι στα μάτια των άλλων δεν του δίνει την δυνατότητα να έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Είναι η δειλία του που μας εγγυάται ότι δεν θα διατυμπανίζει τη δειλία του.
     Ένας δειλός έχει χαρακτήρα. Τον αναγνωρίζεις πάντα. Ένας δειλός είναι έμπιστος. Είναι σε κάθε χώρα, κάτω από κάθε καθεστώς ο ίδιος δειλός.
     Ο ηρωισμός δεν υπάρχει χωρίς εθνικισμό και πατριωτισμό, ο δειλός είναι ο αληθινός κοσμοπολίτης. Θα έπρεπε να ιδρυθεί ένας διεθνής σύλλογος δειλών.
     Οι απαιτήσεις για να γίνεις δεκτός είναι απλές: όλοι είναι ευπρόσδεκτοι, υπό την προϋπόθεση να έχουν επαρκείς τάσεις φυγής. Υδροκέφαλοι, ξεροκέφαλοι, αναιδή στόματα, ντροπαλοί ασθματικοί, γυμνασμένοι φουσκωτοί, στραβόξυλα, όσο κι αν σκανδαλίζει τον συνάνθρωπο, κανένας δεν αποκλείεται από την συμμετοχή, αρκεί να μπορεί να τρέξει. Εγώ ο ίδιος θα προχωρούσα, αν η δειλία υπερείχε όσο και ο ηρωισμός, καμπουριασμένος από τα σιρίτια και τα παράσημα. Θα με πρότεινα διαθέσιμο για επίτιμο μέλος του συλλόγου – αν δεν ήμουν τόσο δειλός.
     Ο ηρωισμός είναι ηχηρός, η δειλία εργάζεται στην ησυχία. Ευτυχώς δηλαδή, γιατί αν σήκωναν και από ένα άγαλμα για όλους τους δειλούς του κόσμου δεν θα περίσσευε καθόλου χώρος για να μπορέσω να τραπώ σε φυγή.

________________________
*[ΣτΜ] (γερ.)   Έκφραση που σημαίνει να κάνεις κάτι χωρίς σκέψη, λόγο, σκοπό.

Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017




     Η ασθένεια της φαγούρας είναι μια σοβαρή, σχεδόν ανυπόφορη πάθηση η οποία προκαλείται από κάτι ασήμαντο. Η πηγή είναι για το μάτι σχεδόν αόρατη ή, όπως σ' αυτήν την περίπτωση, μη αναγνωρίσιμη για το αυτί – κι όμως φροντίζει αυτός ο τιποτένιος θόρυβος, αυτό το αόριστο γρύλισμα σ' αυτήν την πηγή για μια σωματική αδιαθεσία που ούτε μια ομοβροντία κανονιών των διακοσίων ντεσιμπέλ μπορεί να προκαλέσει. Σε κάποιον άλλον προκαλεί λίγη σκόνη ή ένας κόκκος άμμου αδιαθεσία και εξανθήματα στο δέρμα, για εμένα είναι το μουσικό υπόβαθρο το οποίο οδηγεί στην τρομακτική ασθένεια της φαγούρας.
     Σε τρένα, ταξί, αεροπλάνα και σαλόνια ξενοδοχείων, σε ταχυδρομεία και ιατρικές αίθουσες αναμονής δε μοιάζει να υπάρχει έξοδος διαφυγής. Ακόμα και σε ασανσέρ, τουαλέτες, παντού υπάρχει αυτός ο παραγόμενος βόμβος, το μουζάκ*,  το οποίο κάνει τις φλέβες των ματιών σου κατακόκκινες και εσένα ικανό ν' αρπάξεις από το λαιμό τον πρώτο τυχόντα που θα συναντήσεις – μόνο και μόνο για να κατευνάσεις αυτήν την πλήξη της οργιαστικής, εξωφρενικής και ακατανίκητης φαγούρας που σιγά σιγά πήρε διαστάσεις θυέλλης δώδεκα μποφόρ. Για να μπορέσεις να ξαναβρείς την ησυχία σου.
     Είμαι ένας σε μεγάλο βαθμό ήρεμος, συγκρατημένος άνθρωπος, αλλά αυτή η μουσική που δεν είναι μουσική κάνει βαθιά μέσα μου κάποια νεύρα που δεν ήξερα ότι είχα, να εκραγούν. Η ασθένεια της φαγούρας ξεσπά κάθε φορά που ξαναρχίζει στο βάθος να βουίζει και να συρίζει και παραπονιάρικα να τυμπανίζει, σαν μια δεύτερη φύση μέσα μου· και γνωρίζω αρκετούς άλλους εξαιρετικά ήρεμους και συγκρατημένους ανθρώπους οι οποίοι σαν βράχος αντέχουν το μαστίγωμα των κυμάτων, την τρέλα των πεδίων μαχών, το πάφλασμα των ωκεανών και τα ουρλιαχτά της ύαινας αλλά σ' ένα χώρο όπου το μουσικό υπόβαθρο βουίζει μόλις και μετά βίας μπορούν να κρατηθούν μακριά από δολοφονικές ενέργειες και μανία καταστροφής.
     Η ασθένεια της φαγούρας αρχίζει εκεί που ένας λίγο φλεγματικός δεν θα έδινε δεκάρα. Είναι πολύ για ν' αντέξουν χιλιάδες ατσάλινα νεύρα. Δεν καταρρέεις απλά απ' αυτή, αρχίζεις να μυρίζεις το αίμα.
     Έχω ακούσει ότι το μουζάκ βοηθά τις κότες να παράγουν περισσότερα αβγά και τις αγελάδες περισσότερο γάλα. Έτσι γνωρίζουμε ακριβώς τι είδους εικόνα έχουν για εμάς γιατροί, εστιάτορες, ξενοδόχοι και αυτοί που έχουν την ανώτατη εξουσία πάνω σε δημόσια κτήρια παροχών: την εικόνα χρήσιμων κατοικίδιων, ενός πελάτη που πρέπει να αρμεχτεί. Αλλά δεν είναι αυτή η προσβολή που κάνει την καλοσύνη να γίνει φρενίτιδα. Είναι αυτό το βουητό, ή καλύτερα αυτός ο παραπονιάρικος μακρόσυρτος θόρυβος – που είναι η προσβολή της μουσικής.
     Υπάρχει επίσης πολύ, πρέπει να παραδεχτώ, η πάρα πολύ δυνατή μουσική. Δεν χρειάζεται να επισκεφτείς γι' αυτό μια ντισκοτέκ για να έχεις το συναίσθημα, μέσω των επαναλαμβανόμενων μηχανικών ήχων οι οποίοι εκεί περνιούνται για υψηλές αρμονίες, ότι είσαι ένας τρίχινος σάκος όπου μέσα του τραντάζονται όλα τα κόκαλά του. Την ίδια αίσθηση έχεις στο δρόμο όταν περνάς από ένα εργοτάξιο όπου η εργατιά με τη βοήθεια ενός τρανζίστορ γεμίζει το άδειο κρανίο – η ψευδοβιταμίνη του εργάτη – ή όταν ανοίγεις απλά στο σπίτι σου ένα τυχαίο ραδιοφωνικό πρόγραμμα.
     Αυτά δεν μπορούν να μ' ενοχλήσουν. Υπάρχει ελάχιστη ποικιλία σ' αυτού του είδους τη μουσική, έχεις την αίσθηση ότι τα έχεις ξανακούσει παλαιότερα, αν και δεν θα μπορούσες να ξέρεις που, ενώ και τους στίχους είναι συχνά επώδυνο να τους βρεις. Αλλά διατηρεί τον εργάτη χαζό και τη νεολαία μακριά από τους δρόμους, επομένως πραγματικά εναντίον δεν μπορείς να είσαι. Καμιά φορά πετυχαίνω να συγκινηθώ επώδυνα, ω ναι, όταν βλέπω σαραντάρηδες, φοβισμένους μήπως και φθαρθεί η αντίκα, ακόμα έξαλλους ενώ χοροπηδώ μαζί τους σε τέτοιες ντίσκο απλών ρυθμών, φτιαγμένων από και για πιτσιρίκια, αλλά παραμένει για μια στιγμή ντροπιαστικό.
     Οι σαραντάχρονοι θέλουν πάντα να ζωντανέψουν από κάτι. Ένα συνθεσάιζερ μου μοιάζει λιγότερο άσχημο από μια ένεση στους αδένες.
     Εν ολίγοις, έχω κάνει ειρήνη μ' αυτό το θόρυβο. Μπορώ να περπατήσω σε μια παραλία ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους με γουόκμαν στα κεφάλια τους – ένας Θεός ξέρει πόσο μεγάλος είναι ο δείκτης διαρροής απ' όλα αυτά τα ακουστικά – χωρίς να χάσω την ηρεμία μου.
     Μόνο η μουσική που δεν παίζεται για τον εαυτό της μου φέρνει φαγούρα. Αυτοί οι μπλεγμένοι ήχοι του μουζάκ γίνονται ολοένα και πιο παγκόσμιοι. Στα λουτρά ξενοδοχείων. Στα κουπέ των βαγονιών. Σε αναβατήρες πίστας σκι. Το μικρότερο δωμάτιο πρέπει να βουίζει μαζί με το μεγάλο βούισμα.
     Η μουσική πρέπει να βιώνεται, όχι να προσφέρεται, διάβασα κάπου πρόσφατα. Και έτσι είναι. Όποιος αγαπά τη μουσική, για όποιον η μουσική είναι ιερή – θα βιώσει αυτήν την πανταχού παρούσα ένεση σε επίπεδο ψιθυρίσματος ως βλασφημία. Είναι πολύ κουραστικό γι' αυτόν όπως και για τον πιστό ο οποίος πρέπει να βασίσει την πίστη του σε ένα καθ' υπόδειγμα Θεό.
     Δεν θα μπορούσα να ξέρω οι οργανωτές όλων αυτών ποιους νομίζουν ότι διασκεδάζουν με τη στακτή βρύση των ήχων τους – εκτός από το Γραφείο για τα Δικαιώματα των Μουσικών. Ίσως να υποθέτουν ότι έχει μια ηρεμιστική επίδραση στο κοινό τους. Νομίζω ότι είναι πιο πιθανό ο ιός της ασθένειας της φαγούρας, προς το παρόν ακόμα κρυμμένος κάτω από τα δέρματα, και που αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει με όλη τη σφοδρότητά του – θα φροντίσει σ' όλη την επικράτεια της παγκόσμιας εστίασης για σπασμένα ποτήρια, αιματοβαμμένους τοίχους και νεκρούς διαχειριστές.


* [ΣτΜ] (αγγ.) ηχογραφημένη ελαφριά μουσική η οποία παίζεται από μεγάφωνα σε δημόσια μέρη. Προήλθε από τον Αμερικάνο G. Squire το 1934, από τον συνδυασμό των λέξεων music και kodak.

Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017




     Δεν έρχεσαι σε ευχάριστη διάθεση αντιλαμβανόμενος με πόσες λεπτές και ακόμη λεπτότερες κλωστές είμαστε δεμένοι με τον πρωτόγονο κόσμο των πιο μακρινών προγόνων μας, όταν αυτοί περπατούσαν ακόμα στα τέσσερα χωρίς κουμπιά ή φερμουάρ στη γούνα τους. Με πόσα πολλά σκοινιά και καλώδια.
     Θεωρούμε τους εαυτούς μας εξαιρετικά πολιτισμένους, έξυπνους και αυθεντικούς. Αλλά κάτω από τη ρωγμή όλων των εκλεπτύνσεών μας, των παρακαμπτηρίων μας και των αλλαγών μας είναι – αν θελήσουμε να το δούμε – επώδυνα ορατά σε ποιες χωρίς λογική ανάγκες και ηλίθιες παρορμήσεις βασίζεται η επανάληψή τους. Θέλουμε ευχαρίστως να μην το βλέπουμε.
     Αν είμαστε τώρα αγρότες ή φιλόσοφοι, κλέφτες κοσμημάτων ή βασιλιάδες της μόδας, ποιητές ή χασάπηδες, οι χιλιότροπες πράξεις μας και εικασίες μας, κάθε μία με την δικιά της ξεχωριστή μεταμφίεση, μπορούν να αναχθούν σε τρεις, ίσως τρεισήμισι γυμνές ιδιορρυθμίες. Σεξ, πόλεμο, φαΐ. Και η μισή έχει σχέση με το Θεό – το άγχος για το ανώτατο ον σιγοβράζει πάντα, μέσω του άγχους της βροντής και του κεραυνού, σαν ένα πολύ χλωμό κατάλοιπο, για παράδειγμα, όταν περνάς μια σκάλα απ' τη λάθος πλευρά. Γι' αυτό και είναι απ' όλα τα εγωιστικά αρχέγονα κίνητρα μάλλον το πιο ισχυρά διαβρωμένο και ξεκοκαλισμένο.
     Κυνηγάμε για να βρούμε τροφή, παλεύουμε για να μην μας φάνε και κάνουμε έρωτα για να διατηρήσουμε το είδος. Ο πόλεμος και η σεξουαλικότητα παρέμειναν τα πιο αναγνωρίσιμα, αν και συχνά διεξάγουμε το πρώτο μόνο και μόνο για πλάκα και από το τελευταίο λείπει συχνά η πλάκα.
     Ο πόλεμος δικαιολογείται προς τα έξω ακόμα απεικονίζοντας τον εχθρό σαν ένα διάβολο και σφετεριστή, και το σεξ παραμένει κάτι που έχει να κάνει με παιδάκια, αλλιώς δεν θα διαβάζατε αυτά που γράφω.
     Πιο πολύ μπερδευόμαστε με το ένστικτο του κυνηγού. Αλλά παραμένει, παρ' όλες τις συστοιχίες φωλιών στα πτηνοτροφεία, τις κονσέρβες και τα  εστιατόρια πέντε αστέρων, παρά το γεγονός ότι απ' τις τέσσερις γωνιές του κόσμου πετάνε για να γεμίσουν το στόμα μας όλα τα λαχταριστά θηράματα ψητά ή φιλεταρισμένα, ακόμα μάλλον αξιόπιστο. Είναι ελάχιστα ανυψωτικό, παρατηρώντας τον εαυτό μας, να πρέπει να συμπεράνουμε ότι είναι αρκετά λιγότερο βαρετό απ' το Θεό.
     Προσωπικά, ιδιαίτερα νευρικά τικ που θα μπορούσε κάποιος να έχει, ατομικές αποκλίσεις οι οποίες τον κάνουν διαφορετικό απ' άλλους και αναμφίβολα όχι αδιάφορο. Ξεχάστε το. Μπορεί να είναι ότι τα παραλέω και προσεύχομαι στο Θεό να είναι μια παράλογη ιδέα αλλά όλο και περισσότερο υποψιάζομαι ότι κάθε παραξενιά που δεν εμπίπτει στις κατηγορίες σεξ και πόλεμος είναι μια ανόητη ηχώ, χωρίς σκοπό και χωρίς έννοια, από τον αναστεναγμό του πάθους της κυριαρχίας του με προβιές αγριμιών τυλιγμένου μάγου προπάππου μου.
     Όταν περπατάω πάνω κάτω στο δωμάτιο μου και δεν μπορώ να στρωθώ στη δουλειά δεν είναι επειδή κάνω τέτοιου είδους όμορφες σκέψεις που έχουν το δικαίωμα με όσο το δυνατόν περισσότερη αναστολή και προαισθήματα ευτυχίας να αποτυπωθούν στο χαρτί αλλά επειδή ψάχνω ένα θύμα και δεν ξέρω ποιο. Αν αποφασίσω ένα απόγευμα να πάω στην πόλη να συναντήσω λίγους φίλους για να πιούμε ένα ποτό δεν είναι επειδή το τόξο δεν μπορεί να είναι συνέχεια τεντωμένο*, όχι, το τόξο συνεχίζει να είναι τεντωμένο και εγώ είμαι μαζί του για κυνήγι – αφού ποτέ δεν ξέρεις που και πότε θ' αφήσεις για άλλη μια φορά μια κατάκτηση. Κάθομαι ευχάριστα σε μια αναπαυτική πολυθρόνα; Μ' αρέσουν οι φανταχτερές μπλούζες; Δεν έχει τίποτα να κάνει με την καλαισθησία ή το savoir vivre**, αλλά τα πάντα με την ασφαλή περίφραξη της φωλιάς, και το παιχνίδι κάλυψης-απόκρυψης.
     Δεν έχω μοναδικές παραξενιές ή προτιμήσεις. Μόλις για λίγο φανταστώ ότι έχω μία, ανακαλύπτω γρήγορα ότι είναι και πάλι παράγωγο από τα τόσα πολλά κίνητρα των πιθήκων. Σε τέτοιες στιγμές, όταν δεν καταφέρνεις να ανακαλύψεις κάτι ανθρώπινο στον εαυτό σου, το κλάμα βρίσκεται πιο κοντά σου απ' ότι το γέλιο.

_________________________
 * [ΣτΜ] Έκφραση στα ολλανδικά που υπονοεί ότι ο άνθρωπος πρέπει να ξεσκάει κάθε πότε.
  **[ΣτΜ] (γαλ.) ο σωστός τρόπος καλής συμπεριφοράς, κυριολεκτικά το να ξέρεις να ζεις.

 

Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017




     Υπάρχει περισσότερο σεβασμός για την ανησυχία απ' ό,τι για την αδράνεια. Είναι, υποθέτει κάποιος, η ανησυχία που κάνει τον άνθρωπο να προχωράει. Με τα σκαλίσματα και τα κυνηγητά του, με την αιώνια δυσαρέσκεια του για το κατεστημένο, με τις επιθυμίες του για καινούργιους ορίζοντες, με το πάθος του για κυριαρχία και την ανάγκη του για αλλαγές και εκπλήξεις, με τον υπερβολικό ζήλο που επιδεικνύει με τον συνδυασμό των φαινομενικά ασύνδετων και το λύσιμο των πιο μπερδεμένων κόμπων ανακάλυψε τον τροχό και έθεσε την φωτιά στην υπηρεσία του. Εκμεταλλεύτηκε διεξοδικά τη γη – και μαζί τον εναέριο χώρο. Με μεγάλη προσπάθεια ανέπτυξε μορφές και αστραπιαία κατασκεύασε συστήματα. Ήρθαν νόμοι, τελετουργικά, δρόμοι ναυσιπλοΐας και είσοδοι ορυχείων. Μουσικές συμφωνίες και μικροσκόπια. Λούνα Παρκ και καπνοδόχοι εργοστασίων. Ήρθαν επίσης υδρορροές, σταγόνες για τη μύτη και τα Άβε Μαρία*.
     Όλα αυτά εν μέσω ποδοβολητών, ατμών και στραβοπατημάτων. Με το να μην κάθεται ούτε λεπτό ήσυχος. Με το να είναι ανυπόμονος και να ψάχνει.
     Είναι σαν η δραστηριότητα να υπολογίζει πάντα σε σεβασμό ενώ η τεμπελιά ταξινομείται στις αμαρτίες. Και αν δεν υπάρχει τυφλός σεβασμός για το πνεύμα της προόδου, τότε σίγουρα το λιγότερο μια σιωπηρή συναίνεση, μια ακλόνητη πεποίθηση ότι το σκάλισμα έχει περισσότερη αξία από τον ύπνο. Ότι ανήκει σε μια υψηλότερη τάξη πραγμάτων. Ότι αποδίδει περισσότερο.
     Η μικρή μας διάρκεια, δεν λέω κάτι καινούργιο, μας παρέδωσε μαζί με την καλλιέργεια και τα σπαθιά. Δίπλα στην πενικιλίνη και τους θαλάμους αερίων. Ότι η ακόρεστη δίψα του ανθρώπου για πειραματισμούς οδήγησε σε όπλα, όργανα βασανιστηρίων και πολέμους – το έχουμε γνωρίσει. Αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι το γεγονός ότι δεν προκάλεσε ούτε μια ρωγμή στο κύρος της ανησυχίας. Αν και τ' αποτελέσματα ήταν τόσο θανατηφόρα και αιμοβόρα, τα προς τα μπροστά επιδιωκόμενα κίνητρα παρέμειναν σε υψηλότερη εκτίμηση απ' την παθητικότητα. Δεν θα μπορούσε κανένα εκκλησάκι, ακόμα και σε λιλιπούτειο μέγεθος, να ανεγερθεί από την ακινησία. Ποτέ δεν έκανε η ακινησία κακό σε μια μύγα, ποτέ δεν είχε αναγκαστικές συνέπειες ή άσχημες παρενέργειες, κι όμως ποτέ δεν κατάφερε να σκαρφαλώσει ψηλά στη σκάλα της κοινωνικής ή πολιτιστικής καταξίωσης. Η ακινησία είναι οπισθοδρόμηση, τονίζει η σοφία. Και εκεί παραμένει.
     Κι όμως θα ήταν καλύτερα άμα η πορεία ανάπτυξης της ανθρωπότητας ήξερε να πέφτει σε χειμερία νάρκη λίγο συχνότερα. Άμα τα ηρεμιστικά διανέμονταν όχι μόνο σε ασθενείς με νευρικές ή επιθετικές τάσεις, αλλά επίσης – εγκαίρως – σε εφευρέτες, μηχανικούς και πιθανούς αποδέκτες βραβείων Νόμπελ. Χωρίς εφευρέτες, θα φέρνατε αντίρρηση, δεν θα υπήρχαν και ηρεμιστικά. Τότε εννοούσα ένα ελαφρύ χτύπημα μ' ένα ξύλινο σφυρί.
     Ακόμα και στις δυνατότητές μας για αναβολή έχουμε δώσει έναν αέρα κινήτρου. Μιλάμε για τακτικές καθυστέρησης. Μιλάμε για διαχείριση όγκου. Παρατηρούμε διαδικασίες αποτοξίνωσης. Δεν επιτρέπεται ποτέ να ονομαστούν ηρεμία, συγκράτηση ή κάτι-λίγο-λιγότερο. Πρέπει και θα κρατήσει την θετική νότα της αυτοσυγκράτησης. Δεν βοηθά ούτε η αγάπη της μητέρας: όποιος δε συν-δημιουργεί είναι ένας λιποτάκτης της δημιουργίας. Οι καταστροφικές συνέπειες των ενεργειών μας λογαριάζονται ως αναγκαίο κακό. Ακόμα και μια χωρίς λόγο πράξη μετράει περισσότερο, πολύ περισσότερο, από απολύτως καμιά πράξη.
     Πόσο πολύτιμοι είναι αυτοί που δεν προσφέρουν τίποτα στην ανθρωπότητα! Σε τόσους πολλούς, από δικτάτορες ως τους “σιωπηλούς εργάτες”, βρέχει τιμές. Οι τεμπέληδες, με το σοροπιασμένο πνεύμα και άκρα, ζούνε χωρίς αγάπη και αστεφάνωτοι ανάμεσά μας. Αλλά αυτοί ακριβώς αποτελούν την κορωνίδα της δημιουργίας. Μόνο εξαιτίας τους έχει ο κόσμος μια ελπίδα να επιζήσει.
     Θα νοιαστούν αυτοί γι' αυτό.


__________________________
*  [ΣτΜ] Προσευχή στην Παρθένο της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας.

Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017




     Προσπαθώ διαρκώς να λέω αυτά που οι άλλοι θέλουν ν' ακούσουν από μένα, και άρα δεν υπάρχει συντροφιά μέσα στο περιβάλλον της οποίας, με τη ματιά μου στα πράγματα και την επίδειξη από μέρους μου των δήθεν εσωτερικών κινήτρων, να μην ταιριάζω. Κατέχω όσον αφορά αυτό, μια ελαστικότητα που και μια παλιά ζαρτιέρα η οποία κουνιέται πέρα δώθε για 30 χρόνια στο μπούτι της χοντρής του τσίρκου, θα μπορούσε να ζηλέψει. Είναι αυτό ταλέντο; Ή είναι μια αποκρουστική δειλία;
     Διστάζω να πω κάτι για ένα θέμα ώσπου να γνωρίζω περίπου τι σκέφτεται επ' αυτού ο συνομιλητής μου. Στη συνέχεια θα το προχωρήσω υπερβάλλοντας λιγάκι παραπάνω. Σίγουρα τότε ο συνομιλητής μου έχει την εντύπωση ότι του πήρα τα λόγια από το στόμα και είμαστε πια για τα καλά κολλητοί. Νομίζει τότε ότι είμαι κάποιος με εξαιρετική κατανόηση. Στο κάτω-κάτω δεν γνωρίζω περισσότερα απ' ό,τι αυτός.
     Μερικές φορές σκέφτομαι: κι όμως πρέπει σε κάποιον να αντιμιλήσω. Κάτι τέτοιο ρίχνει φωτιά στη συζήτηση και αποκτώ – τόσο το καλύτερο – εχθρούς απ' αυτό. Δεν τα καταφέρνω. Για όποιο θέμα κι αν πρόκειται – καυτό ή παγωμένο, ασήμαντο ή, κρίνοντας απ' το συννεφιασμένο πρόσωπο του ομιλητή, ζήτημα ζωής ή θανάτου – δεν έχω ειλικρινά καμία άποψη.
     Το βρίσκω ανοησία να έχεις για όλες τις καταστάσεις έτοιμη μια κρίση. Οι απόψεις είναι κουραστικές επειδή είναι τόσο εύκολο να τις έχεις. Απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια να εξαλείψεις την τραχύτητα, να καλλωπίσεις και στη συνέχεια σχεδόν οριστικά να βάλεις σε λέξεις την άποψη κάποιου με τον οποίο έτυχε να μιλήσεις. Η ίδια η άποψη δεν έχει σημασία ή μάλλον, σε ελάχιστο βαθμό. Όταν κάποιος βρίσκει ότι ο κύριος τάδε είναι μια ιδιοφυΐα, με ιδιότητες που έχουν σπανίσει στην ευρύτερη ομήγυρη, συνυπογράφω τα λεγόμενα του ομιλητή αλλά αν κάποιος άλλος, μια μέρα μετά, δηλώσει ότι ο ίδιος κύριος είναι ένας ψωροπερήφανος, ο οποίος άδικα θεωρεί τον εαυτό του αυθεντικό, και πάλι συγκινημένος θα συμφωνήσω. Και έτσι συμβαίνει όχι μόνο στις κουβέντες για κυρίους αλλά και με υψηλής ποιότητας διαλόγους για την ηθική του χθες, τον υλισμό του σήμερα ή το Θεό του αύριο.
     Και αν η ευκολία με την οποία ανταλλάσσω μια άποψη με μια άλλη είναι ένα ταλέντο ή καθαρή δειλία, πρέπει να έχω γι' αυτό μια άποψη; Και πάλι δεν θα το γνώριζα. Αν βρίσκετε τον τρόπο με τον οποίο λέω αυτό που κάποιος θέλει ν' ακούσει – καλύτερα διατυπωμένο απ' ό,τι ο άλλος θα μπορούσε – έξυπνο: φυσικά και είναι έτσι. Λαμπρά έξυπνο. Αν βρίσκετε ότι η στάση αναμονής μου και το άγχος μου να μη μοιάσω ενδεχομένως ως ένας διακοσμητής σ' αυτούς τους τόσο καλά πληροφορημένους ανθρώπους, μοιάζει με τη στάση ενός δειλού: θα συμφωνήσω από τα βάθη της καρδιάς μου μαζί σας. Έχετε μαζί σας το δίκαιο όλου του κόσμου. Είμαι ευχαρίστως ένας δειλός.
     Δεν έχει απολύτως κανένα βάρος τι γνώμη έχω εγώ για κάτι, σαν πολίτης, στην καθημερινή ζωή. Το ίδιο ακριβώς που έχει αν δώσω σημασία στη δικιά σας άποψη. Νομίζετε πραγματικά ότι θα εκπλαγώ μέσω της δήλωσης σας ότι είστε εναντίον της πείνας, της βόμβας ή του Πάπα; Είναι η άποψη εκατομμυρίων. Να είστε ήσυχοι γι' αυτό και, για όσο είστε ακόμα καλά ταϊσμένοι, ζείτε σε μια χώρα δίχως πόλεμο και δεν χρειάζεται να φοβάστε, με τη μορφή ανεμοστρόβιλων ή καταιγίδων χαλαζιού, την εκδίκηση του Θεού πάνω στα χωράφια σας, θα στέκομαι εκεί ακόμα λιγότερο αποσβολωμένος. Ακόμα και τότε θα σας θεωρώ ιδιαίτερα τολμηρούς.
     Το να έχεις μια άποψη δολοφονεί ένα τόσο μεγάλο βασίλειο από πιθανότητες. Προτιμώ να είμαι αυτό που είναι οι άλλοι. Ένα τρύπιο βαρέλι από το οποίο αντηχεί κάθε φορά μια καινούργια ηχώ. Δοξάστε την τέχνη, αυτήν την ανώτατη μορφή δειλίας.

Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016




 


     Ποτέ δεν θα μπορούσα να βρω στα παιδικά μου χρόνια την έμπνευση ή το υλικό για ένα περιπετειώδες μυθιστόρημα, ένα δράμα, ένα ενθουσιώδες έπος γεμάτο συγκρούσεις, με οχιές παντού κάτω απ' το γρασίδι και εναλλασσόμενα συμπλέγματα με λίγα λόγια. Εκείνα τα χρόνια ήταν πολύ τρυφερά, πολύ ήρεμα, πολύ ροζ και πολύ απλά για κάτι τέτοιο. Ήταν ένα νησί πλήρους ησυχίας. Μπορώ να κρατήσω στα χέρια μου εκείνη την περίοδο σαν κάστανο και να την τρίψω. Αναδύει τότε μια ζεστή, γαλήνια λάμψη και αρχίζει να μυρίζει σαν κερί. Θα μπορούσα να καθρεφτιστώ σ' αυτό, αλλά κανένας όγκος δεν βγαίνει προς τα έξω, καμιά σπίθα δεν ανάβει, καμιά στήλη καπνού δεν υψώνεται. Μόνο η τέλεια οσμή του γυαλισμένου κάστανου υπάρχει, αυτό το ξύλινο κόσμημα στην παλάμη του χεριού μου.

     Δεν υπήρξαν θορυβώδη πάθη στην παιδική μου ηλικία ούτε ανταγωνιστικές ομάδες αξίωσαν την παιδική ψυχή μου, ώστε να διεκδικήσουν την κατοχή της, ενώ παράλληλα δεν τέθηκαν καθόλου τα θεμέλια για μια μελλοντική επιθετική, ψυχικά άρρωστη περιπλανώμενη ζωή. Δεν θυμάμαι παρά λίγα εξαιρετικά γεγονότα κι όμως δεν κάνω τίποτα πιο ευχάριστο απ' το να την αναπολώ. Δεν έγινε τίποτα αξιόλογο αλλά κάτι πιο συνταρακτικό ή ευχάριστο για να αναπολήσω δεν γνωρίζω να σκεφτώ.

     Χαμογέλα ήσυχα και κοροϊδευτικά στο ειδυλλιακό τοπίο. Ειδυλλιακά τοπία υπάρχουν με το τσουβάλι. Τα τινάζεις με τις ντουζίνες απ' το μανίκι σου. Δεν υπάρχει τίποτα πιο μονότονο και εύκολο ν' αντιγραφεί από το ειδυλλιακό τοπίο. Αλλά είναι το δικό μου ειδυλλιακό τοπίο κι ας μοιάζει μ' όλα τ' άλλα. Δεν μπορώ να έχω κανένα όφελος ούτε να εντυπωσιάσω κανένα αλλά μου είναι εσωτερικά αγαπητό.

     Όλα τότε μοιάζουν να κινούνται πιο αργά. Ναι, το ειδυλλιακό μου τοπίο είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος του ακίνητο. Ήχοι δεν υπάρχουν. Βλέπω μια φωλιά πελαργού σε μια καπνοδόχο και ξέρω ακόμη πόσο δυνατά ήταν τα συναισθήματα την ημέρα που τα πουλιά επέστρεψαν. Αλλά οι άνθρωποι στη μνήμη μου δεν ανταλλάσσουν κουβέντα και οι πελαργοί ακίνητοι φτεροκοπάνε γύρω απ' τη μπλεγμένη, πιεσμένη μάζα που αποτελεί το μέρος που ανατράφηκαν. Βλέπω την αυλή του σχολείου με τα βαριά πλατάνια της, όπου γύρω τους υπήρχαν – βαμμένα πράσινα και με ξύλινες πλάτες – παγκάκια, βλέπω την καμπάνα του σχολείου να κρέμεται από το θόλο της στη στέγη του σχολείου. Γνωρίζω πόσο θορυβώδης μπορεί να γίνει η πλατεία από το κουτσό, τα ποδοβολητά και τα μαλώματα, γνωρίζω με τι δυναμικό και χωρίς οίκτο ήχο αυτή η καμπάνα μας έβαζε σε σειρές μπροστά από την είσοδο του σχολείου και πόσο συμπονετικά μερικές ώρες αργότερα ηχούσε για να μας ξαναδώσει την ελευθερία αλλά στο ειδυλλιακό μου τοπίο είναι η αυλή πάντα άδεια και η καμπάνα κρέμεται εκεί ακίνητη. Βλέπω μακριά πέτρινα τείχη που χτυπούσες ρυθμικά με το χέρι σου καθώς περνούσες από κει και ψηλά χυτά κιγκλιδώματα που τα έκανες, ενώ έτρεχες δίπλα τους, χτυπώντας τα μ' ένα κλαδί, να κροταλίζουν και ν' αντηχούν. Πίσω απ' αυτούς τους τοίχους και τα κιγκλιδώματα απλώνονταν κολλητά ένα εδώ και καιρό εγκαταλειμμένο νεκροταφείο – αν έδινες ένα γερό πήδο ή περιεργαζόσουν ανάμεσα από τα κάγκελα, έβλεπες τα στραβά στο χώμα χωμένα μνήματα ανάμεσα στο γρασίδι. Τα βλέπω ακόμη όλα αλλά το χέρι μου πάνω στον πέτρινο τοίχο και το κλαδί μου στα σιδερένια κάγκελα δεν κάνουν πια θόρυβο. Το ειδυλλιακό μου τοπίο είναι μάλλον σοροπιασμένο.

     Βλέπω το μεγάλο πλήθος στο παγοδρόμιο έξω απ' το χωριό, ένα ηλιόλουστο χειμωνιάτικο μεσημέρι στο τσουχτερό κρύο, και βλέπω, στην αρχή της άνοιξης, την αντανάκλαση από τις ψηλές πασχαλιάτικες φωτιές στα πρόσωπα των συμμαθητών μου – που δεν τριζοβολούν και δεν τσιτσιρίζουν. Όσο ζω θα αιωρούμαι στο κενό αέρος πάνω από το παγοδρόμιο και οι σωροί ξύλων θα πυρακτώνουν σαν να είχαν κατασκευαστεί από φυσικό αέριο και μισοκαμένα κάρβουνα.

     Βλέπω ένα ράφτη να κάθεται σταυροπόδι πάνω σ' ένα τραπέζι, βλέπω μια τσουλήθρα στην οποία, όπου η επαφή με τα κοντά παντελονάκια μας ήταν η πιο έντονη, εμφανίζει στο ατσάλι γυαλιστερά σημεία, βλέπω άλογα να βηματίζουν προς μια σχολή ιππασίας, βλέπω να κρέμεται γύρω από τα σπίτια μια αδιαπέραστη ομίχλη, βλέπω χρυσόμυγες πάνω από σειρές θάμνων και ασπρόμαυρες γκραβούρες σε βιβλία του Ιούλιου Βερν, βλέπω το πριονίδι να ανασηκώνεται ανάμεσα από τις οπλές των αλόγων και, στο πι και φι να εξαφανίζεται. Το ειδυλλιακό τοπίο μου είναι ένα γεμάτο στατικές εικόνες βιβλίο που ξεφυλλίζω.

     Δεν χρειάζεται να σκαρφιστώ ήχους και οσμές, γιατί το άλμπουμ μου είναι αρκετά γεμάτο. Δεν χρειάζεται επίσης να διαμαρτύρομαι και να γκρινιάζω για ένα χαμένο παράδεισο, γιατί αυτό που χάθηκε είναι το λιγότερο. Στην ανάμνηση γίνεται ακόμα πιο ευχάριστο. Είναι ένας παράδεισος κέρδους και τόκου. Μπορώ συνεχώς να σκεφτώ καινούργιες λεπτές αποχρώσεις και να διευρύνω ή ν' αλλάξω αυθαίρετα το ειδυλλιακό μου τοπίο. Είναι τότε αυτές τρυφερές και εύθραυστες αλλά επίσης ατέλειωτα υπομονετικές και εύκαμπτες. Με προσκαλούν σε άχρηστες ονειροπολήσεις και με κάνουν να χάνω επιζήμια το χρόνο μου. Αλλά δε θα μπορούσα να ζω χωρίς το λυχνάρι του Αλλαντίν μου, το μαγικό μου κάστανο πάνω στο οποίο θέλω να τρίβω.

     Είναι ένα όνειρο, μια φυγή. Αλλά γιατί να μην τρέφω αισθήματα αγάπης γι' αυτό κι ας μοιάζει τόσο γεροντικό και παιδικό ταυτόχρονα; Ο κόσμος είναι αγεφύρωτος και από τους ανθρώπους ούτε ένας είναι ενάρετος. Τουλάχιστον στο ειδυλλιακό μου τοπίο δε βουίζουν, δε διατάζουν και δεν κλαψουρίζουν.

     Όλα εκεί μέσα μοιάζουν στερεοποιημένα. Θα μπορούσαν τα παιδιά του σήμερα να αποκτήσουν τέτοιες εμπειρίες όπου ελάχιστα συμβαίνουν και ο χρόνος κυλά ατελείωτα αργά; Θα μπορούσαν μεγαλωμένα με τηλεόραση να μην πλήξουν γρήγορα με μια φλόγα κεριού, ένα μονότονο θρόισμα των φύλλων ενός δέντρου, μια πλατεία στερημένη ανθρώπων; Θα μπορούσαν να παρατηρήσουν τις γιγάντιες αλλαγές σε μια κατάσταση όπου για πολλές ώρες τίποτα δεν αλλάζει;

     Υπάρχουν εκεί που μπορούν να αφήσουν τη ματιά τους να πλανηθεί, τόσο συνηθισμένα στο ότι όλα κινούνται και κάνουν θόρυβο, κατά προτίμηση θεαματικό και με πιθανότητα για ατυχήματα, ώστε δε μοιάζει να υπάρχει καθόλου θρεπτικό υπόστρωμα για ειδυλλιακά τοπία. Χάνουν πολύ γρήγορα, όταν τα παρατηρώ καλά, το ενδιαφέρον τους για πράγματα που δεν ανατινάζονται αμέσως.

     Ή το πάθαινα και εγώ τα χρόνια χωρίς τηλεόραση; Φοβάμαι πως ναι. Για ποιον άλλο λόγο έχει σβηστεί , στην ανάμνηση μου, τόσο σχολαστικά ο ήχος;



Μετάφραση από τα Ολλανδικά: Τρύφων Λιώτας
Λίγα λόγια για το βιβλίο και τον συγγραφέα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.